Τροιζήνιοι

Τροιζήνιοι
Τροιζήνιος
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • σάρων — Μυθικός βασιλιάς της Τροιζήνας που έχτισε στην παραλία της Φοιβαίας λίμνης ιερό προς τιμή της Σαρωνίας Αρτέμιδας. Οι Τροιζήνιοι γιόρταζαν εκεί κάθε χρόνο τα Σαρώνεια. Σύμφωνα με το μύθο, ο Σ., κυνηγώντας ένα ελάφι, μπήκε μέσα στη θάλασσα και… …   Dictionary of Greek

  • συντάσσω — ΝΜΑ, και αττ. τ. συντάττω και ξυντάσσω Α [τάσσω] 1. (ιδίως σχετικά με στρατό) βάζω στη σειρά, παρατάσσω 2. διατυπώνω κάτι εγγράφως, συγγράφω (α. «συντάσσω συμβόλαιο» β. «αὐτὸς ἄχρι τῆς ἑσπέρας ἔγραφε συντάττων ἐπιτομὴν Πολυβίου», Πλούτ.) 3. γραμμ …   Dictionary of Greek

  • Αλικαρνασσός — I Αρχαία πόλη και λιμάνι της Καρίας, στη θέση της σημερινής μικρής τουρκικής πόλης Μπουντρούμ. Την ίδρυσαν Έλληνες, σύμφωνα με την παράδοση Τροιζήνιοι, γύρω στο 1000 π.Χ. Από τον 6o έως τον 3o αι. π.Χ. είχε νομισματοκοπείο, δείγμα μεγάλης… …   Dictionary of Greek

  • Τροιζήνα — I Αρχαιότατη ιωνική πόλη της Αργολίδας. Βρισκόταν στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, κοντά στο σημερινό χωριό Δαμαλά και απείχε από τον Σαρωνικό κόλπο περίπου 3 χλμ. Στην αρχαία ελληνική μυθολογία, η Τ. αναφέρεται ως γενέτειρα πόλη του Θησέα,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”